του Απόστολου Χριστόπουλου
Από το περιοδικό ΦΥΣΗ της ΕΕΠΦ (τεύχος 05-06/2011)
H Οίτη, ένα από τα μεγάλα βουνά του ορεινού συμπλέγματος της Ρούμελης, χαρακτηρίζεται από πλούσια χλωριδική ποικιλία και τα εκτεταμένα δάση Κεφαλληνιακής ελάτης (Abies cephalonica). Τα δάση αυτά ξεκινούν περίπου από το υψόμετρο των 800 μέτρων και φτάνουν ως τα 1.700-1.800 μέ-τρα. Πάνω από τα 1.750 περίπου μέτρα, σιγά-σιγά χάνουν τον αδιάσπαστο, εκτεταμένο χαρακτήρα τους και περιορίζονται σε μεγάλες συστάδες ή ασυνεχή μικρά δάση. Όσο το υψόμετρο αυξάνεται μειώνεται ο χώρος που καταλαμβάνουν, με αποτέλεσμα, στα μεγαλύτερα υψόμετρα, να παρατηρούνται αραιά ή μεμονωμένα δέντρα, που φτάνουν ως τα 2.000 μέτρα.
Το καλοκαίρι του 2010 διεξήγαγα καταγραφές ορνιθοπανίδας στα ανωδασικά λιβάδια της ψευδαλπικής ζώνης της Οίτης για την διπλωματική μου διατριβή. Παράλληλα κατέγραφα και την ορνιθοπανίδα του ορίου του δάσους και των συστάδων ελάτης που συναντούσα στην ζώνη αυτή. Πάνω από τα 1.800 μέτρα, οι παλαιότερες υλοτομήσεις σε συνδυασμό με την βόσκηση δημιούργησαν ένα πολύ ιδιαίτερο τοπίο: μεμονωμένα δέντρα, ελατοσυστάδες και ασυνεχή δάση με ξέφωτα, θάμνοι και μεγάλα λιβάδια διαφόρων τύπων, κάποια εκ των οποίων αποτε-λούν σήμερα θερινούς χώρους βόσκησης για αιγοπρόβατα και βοοειδή.
Το τοπίο αυτό έχει μεγάλη αξία για την ορνιθοπανίδα της περιοχής, όπως αποδείχθηκε και με το πέρας της έρευνας, ενώ θετική για την ορνιθοπανίδα είναι η μεγάλη ηλικία των δέντρων σε αρκετές από τις συστάδες ελάτων.
Τα μεγάλα και γηραιά αυτά δέντρα της υπαλ-πικής ζώνης προσελκύουν πολλά σημαντικά και προστατευόμενα είδη ορνιθοπανίδας, όπως τους δρυοκολάπτες, με κοινότερο είδος τη Μαυροτσι-κλιτάρα (Dryocopus martius), αλλά και τον Λευκονώτη (Dendrocopus leucotos). Από αρπακτικά πιο συχνά είναι το Διπλοσάινο (Accipiter gentilis) και η Γερακίνα (Buteo buteo). Κατά την διάρκεια των θερινών καταγραφών παρατηρήθηκε και ο Αιγωλιός (Aegolius funereus), πολύ σπάνιο για τον ελληνικό χώρο νυκτόβιο αρπακτικό.
Η τελευταία αναφο-ρά του στην Οίτη έγινε το 1954 (Peus). Το πουλί παρατηρήθηκε σε γηραιά συστάδα ελάτων, κοντά στο όριο του δάσους, στα 1.800 περίπου μέτρα. Συνολικά παρατηρήθηκαν περισσότερα από 30 είδη πτηνών στις υπαλπικές συστάδες ελάτων, στο μεγαλύτερο ποσοστό τους Στρουθιόμορφα (Passeriformes).
Τα πιο ιδιαίτερα ήταν κάποια ζευγάρια Θαμνοψάλτες (Prunella modularis), Βουνουτσιροβάκοι (Sylvia curruca) και Βουνοπαπαδίτσες (Parus montanus). Οι παρατηρήσεις των ειδών αυτών έχουν ιδιαίτερη αξία καθώς η παρουσία ή/και η αναπαραγωγή τους δεν ήταν εξακριβωμένη στον ορεινό όγκο της Οίτης.
Η περαιτέρω έρευνα και μελέτη των ελατοσυ-στάδων της ψευδαλπικής ζώνης του βουνού, αλλά και γενικότερα όλων των ενδιαιτημάτων του, θα δώσει σίγουρα και άλλα στοιχεία για την ορνιθοπανίδα και για τις αλληλεπιδράσεις των ειδών. Η μελέτη της Οίτης είναι συμβολή στην γενικότερη μελέτη των μυθικών βουνών της Στερεάς Ελλάδας, τα οποία κρύβουν ακόμη πολύ καλά τα μυστικά τους.